Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής
Μόνιμο URI για αυτήν την κοινότηταhttps://pyxida.aueb.gr/handle/123456789/31
Το Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής ιδρύθηκε το ακαδημαϊκό έτος 1999-2000. Κύριος σκοπός του Τμήματος είναι η προαγωγή της γνώσης και της έρευνας στα γνωστικά αντικείμενα της Λογιστικής και της Χρηματοοικονομικής, η εξοικείωση των φοιτητών με τα εργαλεία της πληροφορικής για τη διαρκή ενημέρωση και παρακολούθηση των ταχύτατα μεταβαλλόμενων επιστημονικών αυτών πεδίων και η καλλιέργεια της σφαιρικής γνώσης του χώρου της εφαρμοσμένης λογιστικής και χρηματοοικονομικής ανάλυσης τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή πραγματικότητα. Το Τμήμα προσφέροντας υψηλού επιπέδου σπουδές σε ένα επιστημονικό πεδίο με μεγάλη ζήτηση, έχει δημιουργήσει ένα σύγχρονο και καλά δομημένο Πρόγραμμα Σπουδών, εφάμιλλο των αντίστοιχων προγραμμάτων των καλύτερων πανεπιστημίων του εξωτερικού. Προσαρμοσμένο στην ελληνική πραγματικότητα, το Πρόγραμμα παρέχει άρτια κατάρτιση των φοιτητών σε θέματα σχετικά με τη χρηματοοικονομική λειτουργία, καθώς και την οργάνωση και λειτουργία των λογιστικών και ελεγκτικών υπηρεσιών των επιχειρήσεων του ιδιωτικού και δημόσιου Τομέα. Επιπλέον, οι φοιτητές του Τμήματος αποκτούν εξειδικευμένες γνώσεις σχετικές με τη λειτουργία των διαφόρων Πιστωτικών Ιδρυμάτων, καθώς και των Αγορών Χρήματος και Κεφαλαίου. Οι πτυχιούχοι του Τμήματος είναι ιδιαίτερα κατάλληλοι για τη στελέχωση των οικονομικών υπηρεσιών και των λογιστηρίων επιχειρήσεων του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα. URL: http://www.loxri.aueb.gr
Περιήγηση
Πλοήγηση Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής ανά Θέμα "Conservatism"
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Τώρα δείχνει 1 - 11 από 11
- Αποτελέσματα ανά σελίδα
- Επιλογές ταξινόμησης
Τεκμήριο Estimating the implied cost of capital from the RIV and the AEG models: a contemporary analysis: draft Version of PhD thesis(2025) Lessis, IoannisΠροσχέδιο διδακτορικής διατριβής.Τεκμήριο Implied cost of capital and accounting conservatism(2025-10-31) Karampinis, Nikolaos; Lessis, IoannisIn this paper, we illuminate the importance of accounting conservatism adjustments when estimating the implied cost of capital (ICC) with the Residual Income Valuation (RIV) and the Abnormal Earnings Growth (AEG) model. Specifically, we adjust for three main limitations in the research of ICC, that is, accounting conservatism, analyst over-optimism, and the degrees of freedom problem (i.e. different forecasting horizons), and compare their effects. We show that, after conservatism adjustments in either model, the correlation and the explanatory power of ICC for realized returns exhibit a substantial improvement. However, we find that the adjustment for analyst bias generates immaterial changes, while the adjustment for the degrees of freedom problem yields mixed results. Contrary to expectations, the adjustments do not align the estimated ICCs from the two models but make them to diverge more. Finally, the ICC from the AEG model outperforms its counterpart from the RIV model either with or without the adjustments.Τεκμήριο Ανάλυση της ασύμμετρης συμπεριφοράς του κόστους στην εκτίμηση της δεσμευμένης συντηρητικότητας σε επιχειρηματικά μοντέλα της Ελλάδος & της Ολλανδίας για τα έτη 2005-2019(2021-10-12) Δελή, Γεωργία; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Καραμπίνης, Νικόλαος; Μπάλλας, Απόστολος; Βλησμάς, ΟρέστηςΗ ασυμμετρία κόστους έχει απασχολήσει πλήθος ερευνητών, αποτελώντας ένα σύγχρονο ερευνητικό αντικείμενο, το οποίο έχει συγκεντρώσει το ενδιαφέρον τόσο ακαδημαϊκών όσο και στελεχών των επιχειρήσεων. Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει ως αντικείμενο της τη διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στην ασυμμετρία κόστους και τη δεσμευμένη συντηρητικότητα και πιο συγκεκριμένα του κατά πόσο οι ασύμμετρες εκτιμήσεις επικαιρότητας στα μοντέλα εκτίμησης της δεσμευμένης συντηρητικότητας παρουσιάζουν ένα σφάλμα υπερεκτίμησης εκτός από την περίπτωση κατά την οποία δεν ελέγχουν την ασυμμετρία του κόστους. Προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση, πραγματοποιήθηκε μία συγκριτική μελέτη ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ολλανδία. Το δείγμα που εξετάστηκε αποτελείται από εισηγμένες εταιρείες οι οποίες εδρεύουν στην Ελλάδα και την Ολλανδία και αφορά την περίοδο 2005 - 2019. Στόχος ήταν η διερεύνηση της επίδρασης της ασύμμετρης συμπεριφοράς του κόστους στην εκτίμηση της δεσμευμένης συντηρητικότητας. Επιπρόσθετα, εξετάστηκαν τα αίτια που προκαλούν την ασυμμετρία κόστους. Τα αποτελέσματα της έρευνας μας δείχνουν ότι η ασυμμετρία του κόστους προκύπτει σε σημαντικό βαθμό από ενέργειες της διοίκησης προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι εσόδων που έχουν τεθεί. Επίσης, εντοπίζεται ότι οι ασύμμετροι εκτιμητές επικαιρότητας στα μοντέλα εκτίμησης της συντηρητικότητας υπό όρους έχουν ένα σφάλμα αυξημένο προς τα πάνω, εκτός εάν αυτά τα μοντέλα δεν ελέγχουν την ασύμμετρη συμπεριφορά κόστους. Αναφορικά με τη συγκριτική μελέτη μεταξύ των δύο χωρών δεν παρατηρούνται διαφορές.Τεκμήριο Αποτίμηση ζημιογόνων και κερδοφόρων επιχειρήσεων(2020-01-31) Παππάς, Στέφανος; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Δεμοιράκος, Ευθύμιος; Παπαδάκη, Αφροδίτη; Σιουγλέ, ΓεωργίαΣκοπός της παρούσας εργασίας είναι να γίνει κατανοητό τι είναι η αποτίμηση των επιχειρήσεων και ποιες μέθοδοι χρησιμοποιούνται γενικότερα έτσι ώστε να αποτιμηθούν, δηλαδή ποια είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά στα οποία μπορεί να εστιάσει κάποιος ώστε να προσδιορίσει το μέγεθός τους. Στην συνέχεια θα γίνει αναφορά σε εκείνες τις επιχειρήσεις που παρουσιάζουν κέρδη αλλά και σε αυτές που παρουσιάζουν ζημίες και θα εστιάσουμε στα χαρακτηριστικά εκείνα που συντελούν στην διαμόρφωση των αποτελεσμάτων αυτών. Εδώ πρέπει να σημειωθεί πως για τους σκοπούς της εργασίας βασικό χαρακτηριστικό αποτελεί αυτές οι εταιρείες να διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο και αυτό διότι στο χρηματιστήριο διαπραγματεύονται εταιρείες που πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις και είναι κατά κύριο λόγο μεγάλες σε μέγεθος εταιρείες, οι οποίες ουσιαστικά προσπαθούν μέσω του χρηματιστηρίου να εξασφαλίσουν χρηματικά κεφάλαια χωρίς να αναγκαστούν να δανειστούν μεγάλο μέρος κεφαλαίων από τις τράπεζες, με σκοπό την επέκταση των οικονομικών τους δραστηριοτήτων. Έπειτα θα εμβαθύνουμε την έρευνά μας στις ζημιογόνες κυρίως επιχειρήσεις έτσι ώστε να δούμε ποια είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά με βάση τα οποία συνεχίσουν και διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο παρά το γεγονός ότι παρουσιάζουν ζημίες για ένα έτος ή πολλά έτη συνεχόμενα και πώς καταφέρνουν στο μέλλον να αναστρέψουν την κατάσταση αυτή και μετά από πολλά έτη συνεχόμενα ζημιών να παρουσιάσουν τελικά κέρδη. Στην συνέχεια θα αναφερθούμε σε εκείνες τις ομάδες ατόμων που εστιάζουν την προσοχή τους σε ζημιογόνες εταιρείες και θα αναλύσουμε τον τρόπο εκείνον, με το οποίο αντιδρούν ως προς τις επιχειρήσεις αυτές καθώς επίσης και την πληροφόρηση που δημιουργείται για τις εταιρείες αυτές. Πρέπει να τονιστεί εδώ πως η πληροφορία που δημιουργείται όσο αφορά τα έσοδα διαφέρει και αυτό οφείλεται κυρίως στα πρότυπα με βάση τα οποία μια επιχείρηση συντάσσει τις χρηματοοικονομικές της καταστάσεις, αν δηλαδή χρησιμοποιεί διεθνή λογιστικά πρότυπα ή διαφορετικά πρότυπα.Τέλος θα αναλύσουμε την σχέση που υπάρχει μεταξύ των ζημιών στα αποτελέσματα σε σχέση με το χρονικό ορίζοντα, αν είναι μακροχρόνιες ή βραχυχρόνιες οι ζημίες, καθώς επίσης και πως αυτό συντελεί στο να δρα μια εταιρεία με λογιστικό συντηρητισμός. Στο δεύτερο μέρος της παρούσας εργασίας θα γίνει βιβλιογραφική ανασκόπηση, στο τρίτο μέρος θα παρουσιαστεί το μοντέλο και θα γίνει σχολιασμός του μοντέλου με βάση το δείγμα και τις μεταβλητές που επιλέξαμε να εξετάσουμε, όπως τα καθαρά κέρδη, το εισόδημα από λειτουργική δραστηριότητα, την απόδοση των ενσώματων παγίων, την μόχλευση και την ρευστότητα σε σύγκριση με την αγορά και στο τέταρτο μέρος θα παρουσιαστούν τα αντίστοιχα συμπεράσματα της εργασίας.Τεκμήριο Ασύμμετρη συμπεριφορά κόστους και ποιότητα κερδών: η περίπτωση ελληνικών εισηγμένων μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων(2023-10-30) Βαβουγυιού, Παναγιώτα; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Τζόβας, Χρήστος; Δεμοιράκος, Ευθύμιος; Χέβας, ΔημοσθένηςΗ παρούσα διπλωματική εργασία ασχολείται με το ζήτημα της σχέσης της ασυμμετρίας κόστους και της ποιότητας των κερδών έχοντας ως βάση την πολύ πρόσφατη μελέτη των Ballas et al (2021). Συγκεκριμένα, η διερεύνηση της σχέσης της ασύμμετρης συμπεριφοράς του κόστους πραγματοποιείται ως προς i) την ύπαρξη κινήτρων από τη μεριά της διοίκησης για επίτευξη στόχων κερδοφορίας, ii) την ύπαρξη υπό συνθήκη συντηρητικότητας στη γνωστοποίηση λογιστικών συμβάντων, και iii) στο επίπεδο το δεδουλευμένων. Για να διερευνηθεί, λοιπόν, η σχέση ανάμεσα στην ασύμμετρη συμπεριφορά κόστους και στην ποιότητα κερδών, μέσα από τις τρεις (3) παραπάνω περιπτώσεις, εφαρμόστηκαν κατάλληλες οικονομετρικές μεθοδολογίες, και χρησιμοποιήθηκε ένα δείγμα 116 ελληνικών εισηγμένων (στο Χρηματιστήριο Αθηνών) επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε διάφορους κλάδους, πλην του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού τομέα, για την περίοδο 2010-2021. Τα αποτελέσματα της εμπειρικής έρευνας έδειξαν ότι στις ελληνικές μη χρηματοοικονομικές εισηγμένες επιχειρήσεις η ασύμμετρη συμπεριφορά του κόστους δεν συσχετίζεται με την ύπαρξη κινήτρων από τη μεριά της διοίκησης για επίτευξη στόχων κερδοφορίας, υπάρχει η υπό συνθήκη συντηρητικότητα και όχι η ακαμψία κόστους, ενώ όσο η ένταση ακαμψίας του κόστους είναι πιο ισχυρή, τόσο αυξάνει το επίπεδο των δεδουλευμένων. Κάποια από τα ευρήματα είναι συμβατά με αυτά των Ballas (2021) και άλλων συγγραφέων και κάποια άλλα όχι, κάτι που οφείλεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας.Τεκμήριο Ασυμμετρία κόστους και ποιότητα λογιστικών κερδών: η επίδραση της ασύμμετρης συμπεριφοράς του κόστους στις εκτιμήσεις του φαινομένου της συντηρητικότητας(2021-12-23) Σταματάκης, Εμμανουήλ; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Μπάλλας, Απόστολος; Χέβας, Δημοσθένης; Καραμπίνης, ΝικόλαοςΤα τελευταία χρόνια έχουν δημοσιευτεί αρκετές μελέτες που αφορούν την επίδραση του φαινομένου της ασσυμετρίας κόστους τόσο στην διαχείριση των κερδών όσο και στην ποιότητα των λογιστικών αποτελεσμάτων. Ένα μέρος των μελετών εξέτασε συγκεκριμένα τις επιδράσεις του φαινομένου της συντηρητικότητας στα κέρδη και κατά πόσο η είσοδος της ασσυμετρίας κόστους επηρεάζει τις εκτιμήσεις στα υποδείγματα συντηρητικότητας. Αντικείμενο λοιπόν της παρούσας διπλωματικής,μετά την διατύπωση του θεωρητικού πλαισίου, είναι αρχικά η εμπειρική έρευνα της σχέσης μεταξύ της ασύμμετρης συμπεριφοράς κόστους και της διαχείρισης κερδών σύμφωνα με την μεθοδολογία που προτείνουν οι Banker, R., Basu, S., Byzalov, D. andChen, J και σε δεύτερη φάση η απόδειξη ότι τα αποτελέσματα των τυποποιημένων μοντέλων που περιέχουν το φαινόμενο της συντηρητικότητας δεν είναι ακριβή εάν δεν συμπεριλάβουμε τις επιδράσεις της ακαμψίας του κόστους. Για την έρευνα χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία επιχειρήσεων από τα χρηματιστήρια της Γαλλίαςκαι Γερμανίας . Η παρούσα μελέτη επιβεβαιώνει την υπάρχουσα βιβλιογραφία ότι τα δημοσιευμένα κέρδη επηρεάζονται από τον βαθμό της ασυμμετρίας κόστους. Επιπλέον, αποδεικνύεται ότι τα υποδείγματα που εξετάζουν τις επιδράσεις της συντηρητικότητας στην ποιότητα των κερδών πρέπει να συμπεριλάβουν την ασσυμετρία κόστους μέσω της επεξηγηματικής μεταβλητής των πωλήσεων ώστε να μην υπάρχει διαστρέβλωση των αποτελεσμάτων.Τεκμήριο Η επίδραση της ασυμμετρίας κόστους στην ποιότητα των λογιστικών κερδών: περιπτώσεις των χωρών Γαλλίας-Ιταλίας-Γερμανίας(2022-11-15) Βλάχος, Ανδρέας; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Βλησμάς, Ορέστης; Χέβας, Δημοσθένης; Καραμπίνης, ΝικόλαοςΗ εργασία αποτυπώνει μια σύντομη περιγραφή των υφιστάμενων συνθηκών που αποτελούν τη βάση της θεωρίας, δηλαδή της επίδρασης του κόστους στο σχηματισμό κερδών. Σε συνέχεια εξετάζει την επίδραση της συμπεριφοράς κόστους στην ποιότητα των κερδών καθώς και την εισαγωγή της παραμέτρου της ασσυμετρίας κόστους σε υποδείγματα με βάση την αρχή της συντηρητικότητας.Για τις ανάγκες τις εργασίας μελετήσαμε τις χώρες Γαλλία , Γερμανία και Ιταλία από τις οποίες αντλήσαμε δεδομένα από την βάση δεδομένων EIKON – DATASTREAM και για τις οποίες τρέξαμε υποδείγματα για να δείξουμε ότι σύμφωνα με το άρθρο των Rajiv D.Banker, Sudipta Basu , Dmitri Byzalov , Janice Y.S.Chen με την ενίσχυση του υποδείγματος του Basu(1997) με μεταβλητές που αφορούν την ασσυμετρία κόστους μπορεί να ερμηνευτεί καλύτερα.Τεκμήριο Λογιστική αξία ιδίων κεφαλαίων μεγαλύτερη από την αγοραία αξία: λογιστική, κίνδυνος, ή σφάλμα;(2020-01-29) Δέδε, Μαρία; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Τζόβας, Χρήστος; Σιουγλέ, Γεωργία; Μπάλλας, ΑπόστολοςΣκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι ο ορισμός και η εκτενής ανάλυση του δείκτη BTM, δηλαδή της σύγκρισης της λογιστικής αξίας με την αγοραία αξία συγκεκριμένων επιχειρήσεων και πιο συγκεκριμένα η μελέτη των περιπτώσεων που το ΒΤΜ>1. Τα ερωτήματα που τίθενται σε αυτή την έρευνα είναι τα εξής:• Ποιές είναι οι περιπτώσεις που η λογιστική αξία των ιδίων κεφαλαίων είναι μεγαλύτερη από την αγοραία αξία;• Οφείλεται αυτό στις λογιστικές πρακτικές που ενδεχομένως διογκώνουν τη λογιστική αξία των ιδίων κεφαλαίων;• Είναι οι χαμηλές αγοραίες αξίες ενδεικτικές των διάφορων κινδύνων που αντιμετωπίζουν οι επενδυτές σε αυτές τις εταιρείες ή των εσφαλμένων τιμολογήσεων;Για την παρούσα διπλωματική εργασία έγινε λήψη δεδομένων για τα έτη από το 2008 έως και το 2019 για τις Ελληνικές εισηγμένες επιχειρήσεις. Βασιζόμενοι στην έρευνα των Barth, Israeli και Sridharan (2019) επιλέξαμε δύο πολυπαραγοντικά και διάφορα μονοπαραγοντικά μοντέλα παλινδρόμησης για την διεξαγωγή εμπειρικής έρευνας. Η εργασία αποτελείται από τέσσερα βασικά κεφάλαια. Πιο αναλυτικά, το πρώτο κεφάλαιο αποτελεί την εισαγωγή της εργασίας και ορίζει το θεωρητικό υπόβαθρο. Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται η βιβλιογραφική ανασκόπηση, που ουσιαστικά γίνεται παράθεση και ανάλυση των όσων έχουν ειπωθεί σε σχέση με το θέμα αυτό. Στη συνέχεια, ακολουθεί το τρίτο κεφάλαιο, το οποίο είναι η ερευνητική μεθοδολογία. Σε αυτό διατυπώνονται οι βασικές υποθέσεις που εξετάζονται εμπειρικά, τα μοντέλα παλινδρόμησης που χρησιμοποιήθηκαν, η χώρα η οποία επιλέχθηκε, οι πηγές από τις οποίες αντλήθηκαν τα δεδομένα και η ανάλυση της ερευνητικής μεθοδολογίας που πραγματοποιήθηκε.Τα αποτελέσματα των παλινδρομήσεων και των δύο μοντέλων παρουσιάζονται στο τέταρτο κεφάλαιο. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων αυτών των μοντέλων, υποδεικνύει τη θετική και αρνητική επίδραση των εξεταζόμενων παραγόντων στην εξαρτημένη μεταβλητή.Η εργασία ολοκληρώνεται με το πέμπτο και τελευταίο κεφάλαιο, τα συμπεράσματα. Τέλος, παραθέτονται τα παραρτήματα στα οποία γίνεται αναφορά στην ανάλυση της παρούσας εργασίας.Τεκμήριο Ποιότητα λογιστικών κερδών και επιχειρησιακή στρατηγική(2024-12-02) Καλατζόπουλος, Παναγιώτης; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Μπάλλας, Απόστολος; Χαλέβας, Κωνσταντίνος; Βλησμάς, ΟρέστηςΗ ποιότητα των λογιστικών κερδών είναι ζωτικής σημασίας για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας των χρηματοοικονομικών πληροφοριών και επηρεάζεται από τις επιχειρηματικές στρατηγικές που υιοθετούν οι επιχειρήσεις. Αυτή η μελέτη διερευνά τη σχέση μεταξύ της ποιότητας των λογιστικών κερδών και των επιχειρηματικών στρατηγικών, εστιάζοντας ιδιαίτερα στην ηγεσία κόστους και τη διαφοροποίηση, χρησιμοποιώντας δεδομένα από το Χρηματιστήριο Αθηνών από το 1998 έως το 2023. Τα ευρήματα δείχνουν ότι οι εταιρείες που ακολουθούν στρατηγικές εξερεύνησης (prospectors), οι οποίες περιλαμβάνουν καινοτομία και επέκταση της αγοράς, τείνουν να βιώνουν υψηλότερα κέρδη, ενώ όσοι υιοθετούν αμυντικές στρατηγικές (defenders) μπορεί να δουν μείωση της κερδοφορίας λόγω της εστίασης στη μείωση του κόστους. Είναι ενδιαφέρον ότι η αύξηση των επιχειρηματικών υποχρεώσεων συνδέεται με υψηλότερα κέρδη, καθώς αυτές οι υποχρεώσεις συχνά χρηματοδοτούν πρωτοβουλίες ανάπτυξης και καινοτομίας. Η ανάλυση υποστηρίζει επίσης την υπόθεση ότι η υπό όρους συντηρητικότητα σχετίζεται θετικά με τις στρατηγικές διαφοροποίησης, επιτρέποντας στις εταιρείες να προσαρμοστούν στις αλλαγές της αγοράς και να δημιουργήσουν ισχυρές σχέσεις με τους πελάτες. Τέλος, η μελέτη υπογραμμίζει τη σημαντική επίδραση των στρατηγικών επιλογών στην οικονομική υγεία και την προσαρμοστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων σε ένα δυναμικό περιβάλλον αγοράς.Τεκμήριο Ποιότητα λογιστικών κερδών και νοητικό κεφάλαιο: η περίπτωση εταιρειών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών(2023-02-16) Παπαχρίστος, Σταύρος; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Καραμπίνης, Νικόλαος; Χέβας, Δημοσθένης; Βλησμάς, ΟρέστηςΣτην παρούσα εργασία εξετάζεται η ποιότητα των κερδών που δημοσιεύουν οι εισηγμένες στο Ελληνικό Χρηματιστήριο επιχειρήσεις μέσω των οικονομικών τους καταστάσεων αναφορικά με τις δαπάνες που πραγματοποιούνται για τη δημιουργία Νοητικού Κεφαλαίου. Το βασικό στοιχείο που έχει χρησιμοποιηθεί στην έρευνα και θεωρείται ενδεικτικό ποιοτικών κερδών, είναι η συντηρητικότητα. Συγκεκριμένα, ερευνάται η θετική επίδραση της υπό συνθήκη συντηρητικότητας σχετικά με την ένταση των επενδύσεων του Νοητικού Κεφαλαίου στην περίπτωση των ελληνικών εισηγμένων εταιρειών. Μετά την ανάλυση των δεδομένων διαπιστώνεται η ύπαρξη αρνητικής σχέσης μεταξύ αυτής και της έντασης των επενδύσεων σε Νοητικό Κεφάλαιο.Τεκμήριο Τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα και οι επιδράσεις τους στην αρχή της συντηρητικότητας(2018-11-29) Παπαδογιαννάκης, Κλεάνθης; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Χέβας, Δημοσθένης; Μπάλλας, Απόστολος; Καραμπίνης, ΝικόλαοςΤα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης χαρακτηρίζονται ως υψηλής ποιότητας πρότυπα και υπό συνθήκες οδηγούν σε υψηλά επίπεδα χρηματοοικονομικής πληροφόρησης. Στο πλαίσιο της παρούσας διπλωματικής εργασίας θα προσπαθήσουμε να εξετάσουμε τις επιδράσεις της υποχρεωτικής εφαρμογής των προτύπων αυτών στην αρχή της συντηρητικότητας. Η συντηρητικότητα είναι μια έννοια που είναι συνυφασμένη με την επιστήμη της λογιστικής και αναπτύχθηκε πριν τον 15ο αιώνα και πριν την πρώτη περιγραφή της τήρησης λογιστικών βιβλίων από τον Paccioli (Dickhaut 2010, Littleton 1941). H έννοια της συντηρητικότητας, έχει αναλυθεί και εξεταστεί εκτενώς σε πολλές εμπειρικές μελέτες κατά το παρελθόν, ενώ αυτό που έχει παρατηρηθεί είναι ότι λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο μεταξύ των χωρών, ανάλογα κυρίως με τον πολιτισμό, το νομικό καθεστώς, το σύστημα χρηματοδότησης και τα σχετικά με την χρηματοοικονομική πληροφόρηση κίνητρα. Για την εξέταση του ζητήματος μας θα στηριχτούμε στο μοντέλο του Basu (1997) και θα εξετάσουμε την συντηρητικότητα υπό όρους πριν και μετά την υποχρεωτική εφαρμογή των Δ.Π.Χ.Π.. Για να αμβλυνθούν τα προβλήματα που προκύπτουν από την τεχνική της χειραγώγησης των κερδών θα ακολουθήσουμε το μοντέλο του Ball & Shivakumar (2005). Για την εξέταση της συντηρητικότητας άνευ όρων θα στηριχτούμε στο μοντέλο των Ahmed και Duellman (2007). Το εξεταζόμενο δείγμα αποτελείται από τις εισηγμένες εταιρείες του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιρλανδίας, της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Γερμανίας. Οι δύο πρώτες αποτελούν χώρες Κοινού Δικαίου ενώ οι υπόλοιπες χώρες Κώδικα Δικαίου. Ο συνολικός αριθμός των εταιρειών είναι 2088. Το εξεταζόμενο διάστημα είναι η περίοδος 2001-2008 και χωρίζεται στην περίοδο πριν την υποχρεωτική εφαρμογή των Δ.Π.Χ.Π. (2001-2004) και στην περίοδο μετά την υποχρεωτική εφαρμογή (2005-2008). Για το συνολικό δείγμα μετά την εφαρμογή των Δ.Π.Χ.Π σημειώθηκε μείωση της συντηρητικότητας υπό όρους, ενώ μείωση σημειώθηκε και στην Γερμανία . Στην άνευ όρων συντηρητικότητα, σημειώθηκε αύξηση έστω και οριακή στην Γερμανία, ενώ αντίθετα στην Ισπανία είχαμε μια μικρή μείωση.
