Περίληψη : | Αντικείμενο της εργασίας αποτελεί η Οδηγία (ΕΕ) 2019/633 που αφορά στις σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων και γεωργικών προϊόντων, η οποία εκδόθηκε για να αντιμετωπίσει τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που επιβάλλονται από τους ισχυρούς της αλυσίδας αγοραστές και κυρίως τις μεγάλες επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου σε βάρος των λιγότερο ισχυρών παραγωγών και προμηθευτών. Η Οδηγία απευθύνεται σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία σύμφωνα με την αρχή της ελάχιστης εναρμόνισης, οφείλουν να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της Οδηγίας, μπορούν όμως να θεσπίσουν και αυστηρότερες εθνικές διατάξεις. Στόχος της Οδηγίας είναι να ενισχύσει τη θέση των παραγωγών και προμηθευτών στις σχέσεις μεταξύ των επιχειρήσεων και να εξασφαλίσει την ευημερία του γεωργικού πληθυσμού. Αρχικά, γίνεται συνοπτική παρουσίαση των διαδικασιών που προηγήθηκαν της θέσπισης της Οδηγίας, της προϋπάρχουσας εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας και της σχέσης των διατάξεων της Οδηγίας με το δίκαιο του ανταγωνισμού. Ακολούθως, παρουσιάζονται αναλυτικά οι διατάξεις της Οδηγίας και οι συγκεκριμένες αθέμιτες πρακτικές που απαγορεύονται. Στο τέλος γίνεται αξιολόγηση της Οδηγίας ως προς τα αναμενόμενα αποτελέσματα και παρουσιάζονται πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των διατάξεων. Objective of the thesis is the Directive (EU) 2019/633 on unfair trading practices in the business to business relationships in the food and agricultural supply chain, which was issued to tackle unfair trading practices imposed by more powerful buyers - retail chains that burden less powerful producers and suppliers. The Directive is addressed to all Member States of the European Union that based on the principle of minimum harmonization have to meet minimum standards of the directive, but also can adopt stricter national provisions. The aim of the Directive is to strengthen farmers' and suppliers' position in b2b relations as well as to ensure the welfare of the agricultural population. In the first part the preparatory work at the various stages of the legislative process for the adoption of the Directive, the pre-existing national and EU legislation and the relationship between the Directive's provisions and competition law are presented. In the second part the provisions of the Directive and the specific prohibited unfair practices are detailed. Finally, in the third part the Directive is being evaluated in relation to the expected results and advantages and the disadvantages of the provisions are presented.
|
---|