Περίληψη : | Οι επενδύσεις αποτελούν τον κινητήριο μοχλό για την οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας και τα τελευταία χρόνια λόγω της παγκοσμιοποίησης έχει αυξηθεί σημαντικά η τοποθέτηση κεφαλαίων σε μια αλλοδαπή χώρα για την πραγματοποίηση επενδύσεων. Οι επενδυτές εξετάζουν συνεχώς τις συνθήκες που επικρατούν στις διεθνείς αγορές προκειμένου να επιλέξουν πού θα τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους. Ένα από τα κριτήρια που λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν είναι η φορολογία και εν γένει η διάρθρωση του φορολογικού συστήματος της χώρας. Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα δεν αποτελεί ελκυστικό προορισμό για τις άμεσες ξένες επενδύσεις λόγω της πολυπλοκότητας του φορολογικού συστήματος, της πολυνομίας και της αναποτελεσματικής γραφειοκρατίας. Το ελληνικό κράτος στην προσπάθειά του να αυξήσει τα φορολογικά του έσοδα υπερφορολογεί τις επιχειρήσεις, ενώ παράλληλα η πολυπλοκότητα του φορολογικού συστήματος δημιουργεί συνθήκες αποτρεπτικές για την πραγματοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων και απωθεί τους ξένους επενδυτές. Η υψηλή εταιρική φορολογία μπορεί, ακόμη, να μειώσει τα κίνητρα για επενδύσεις σε καινοτόμες δραστηριότητες διότι μειώνει τη μετά φόρων αποδοτικότητα/κερδοφορία των επενδυτών. Εμπειρικές μελέτες έχουν αποδείξει ότι η μείωση των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος των επιχειρήσεων μπορεί να ενισχύσει τις επενδύσεις με διάφορους τρόπους. Αυξάνει, δηλαδή, τις επενδύσεις από εγχώριους επενδυτές και ενθαρρυνθεί την εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων, οι οποίες με τη σειρά τους έχει διαπιστωθεί ότι αυξάνουν την παραγωγικότητα των εγχώριων επιχειρήσεων. Ως εκ τούτου, αυτή η αλυσιδωτή αλληλεπίδραση οδηγεί στην ανάπτυξη. Με την παρούσα εργασία διερευνήθηκε η επίδραση της φορολογίας των εταιρειών στις επενδύσεις και στον δείκτη ολικής παραγωγικότητας της Ελλάδας για την περίοδο 1990-2015, δηλαδή στην περίοδο της ευημερίας και στην περίοδο της οικονομικής κρίσης. Τα εμπειρικά ευρήματα αυτής της έρευνας υποδηλώνουν ότι σε επίπεδο επιχειρήσεων υπάρχει αρνητική επίδραση της φορολογίας επί του Δείκτη Ολικής Παραγωγικότητας σε περίοδο κρίσης απ’ ό,τι σε περίοδο μη κρίσης. Δηλαδή σε περίοδο κρίσης υπάρχει μείωση στον Δείκτη Ολικής Παραγωγικότητας λαμβανομένης υπ’ όψιν της εταιρικής φορολογικής επιβάρυνσης. Αυτό είναι σύμφωνο με προηγούμενες εμπειρικές μελέτες και λογικό εφόσον σε περίοδο κρίσης η φορολογία αυξάνει περισσότερο το κόστοςτων επιχειρήσεων, με συνέπεια να μειώνεται η παραγωγικότητα μέσω της συρρίκνωσης της οικονομίας. Αναφορικά με την επίδραση της φορολογίας στιςεπενδύσεις και ειδικότερα στον δείκτη Επενδύσεις προς Κεφάλαιο, τα ευρήματα δεν είναι σημαντικά και δεν παρέχουν κάποια ουσιαστική πληροφορία. Αυτό οφείλεται στο διαθέσιμο δείγμα. Επιπρόσθετα, στην παρούσα εργασία διενεργήθηκε ανάλυση ευαισθησίας μόνον για της βιομηχανικές επιχειρήσεις όπου τα αποτελέσματα ήταν παρόμοια με τα ανωτέρω. Ωστόσο, σημαντική διαφοροποίηση υπήρχε στον συντελεστή παραγωγή (εκροές) προς κεφάλαιο που δείχνει ότι στις βιομηχανικές επιχειρήσεις, που είναι περισσότερο ευαίσθητες στις επενδύσεις, αναμένεται μεγαλύτερη αύξηση των επενδύσεων σεπερίοδο μη κρίσης απ’ ό,τι στους υπόλοιπους κλάδους.
|
---|